menoume spiti-1

banner diaugeia

banner email phone3

Νεότερη Εποχή

ΤΑ ΑΒΔΗΡΑ ΣΤΗΝ ΝΕΟΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

par02_big.jpg
Για την περίοδο της Τουρκοκρατίας ,ως τα τέλη του 18ου αιώνα δεν έχουμε συγκεκριμένα στοιχεία, για να οικοδομήσουν την νεότερη ιστορία των Αβδήρων. Είναι άγνωστο αν τα Άβδηρα είχαν περάσει ,προσωρινά ή μόνιμα, στην κατοχή των Τούρκων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που μας δίνει ο καθηγητής Θανάσης Μουσόπουλος στο βιβλίο του "Άβδηρα Γη του Κάλλους και του Στοχασμού", το πιο πιθανό είναι ότι οι κάτοικοι του Βυζαντινού Πολύστυλου, μετά την Τουρκική κατάληψη κινήθηκαν προς το εσωτερικό, όπου έφτιαξαν το νέο χωριό, παραχωρώντας την χρήση του λιμανιού και του φρουρίου στους Τούρκους.

Περισσότερα στοιχεία για την ιστορία και λαογραφία του χωριού, παίρνουμε από τις έρευνες και μελέτες του Δημήτρη Δανδαλίδη, ενός ξεχωριστού δασκάλου που πρόσφερε τα μέγιστα για την καταγραφή της ιστορίας και των παραδόσεων των Αβδήρων.

Πιο συγκεκριμένα αναφέρει:
"Η Λαϊκή παράδοση διέσωσε την πληροφορία ότι οι κάτοικοι των Αρχαίων Αβδήρων, ύστερα από την τελευταία τους καταστροφή, μη μπορώντας να αντιμετωπίσουν τους πειρατές, μετακινήθηκαν προς τα ενδότερα και τελικά στη θέση των σημερινών Αβδήρων.

Η άποψη αυτή ενισχύεται και από το γεγονός ότι ανάμεσα στις θέσεις αρχαίων και σημερινών Αβδήρων υπάρχει τοποθεσία η οποία ονομάζεται "Παληοχώρα" και στην οποία βρέθηκαν και βρίσκονται από τους χωρικούς αρχαία "ευρήματα". Η τοπωνυμία αυτή είναι από τις λίγες που διασώθηκαν στην περιοχή αυτή σε ελληνική γλώσσα".

Και παρακάτω σημειώνει:
"Σύμφωνα με μια άλλη παράδοση, οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού, προτού εγκατασταθούν σ' αυτό, ζούσαν κοντά στη θέση των αρχαίων Αβδήρων και του Πολυστύλου, δούλευαν στην αλυκή που υπήρχε εκεί και μετά εγκαταστάθηκαν στη θέση που σημερινού χωριού".

Τα νεότερα Άβδηρα, πρέπει να χτίστηκαν γύρω στο 1720. Ο πρώτος οικισμός απλωνόταν γύρω από την εκκλησία, όπου σήμερα προβάλουν τα πανέμορφα αρχοντικά εκείνης της εποχής καθώς και το παλιό Διδακτήριο, ενώ αργότερα προστέθηκε ο "Τσακάλ Μαχαλάς. Κυριότερη ασχολία των κατοίκων ήταν η καλλιέργεια καπνού, που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.

Αρχικά , στην ευρύτερη περιοχή των Αβδήρων δεν υπήρχαν άλλοι οικισμοί παρά μόνο τσιφλίκια, στις θέσεις των οποίων αργότερα κτίστηκαν οι προσφυγικοί οικισμοί του Μυρωδάτου, της Μάνδρας, της Πεζούλας, της Γκιώνας και της Ν.Κεσσάνης.
ΑΛΜΠΟΥΜ ΠΑΛΙΩΝ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ
 
 
{mospagebreak title=Μάνδρα}
ΜΑΝΔΡΑ

Ο οικισμός της Μάνδρας , κατοικείται από πρόσφυγες της Μικράς Ασίας που ήρθαν συγκεκριμένα από την πόλη ΣΕΡΝΤΙΒΑΝ της περιφέρειας Αντάπαζαρ της Βιθυνίας.

Τον Ιούνιο του 1921 ο στρατός του Κεμάλ εισχωρεί στην περιοχή του Σέρντιβαν, με την ευκαιρία της απουσίας του Ελληνικού στρατού, που είχε φύγει για την Προύσα, και την καταλαμβάνει.
Οι περισσότεροι κάτοικοι εγκατέλειψαν το χωριό, ενώ έμεινε ένας πολύ μικρός αριθμός οικογενειών, η τύχη των οποίων αγνοείται.

Απ' αυτούς οι περισσότεροι κατευθύνθηκαν προς την Νικομήδεια και την Ραιδεστό και από εκεί επιβιβάσθηκαν στα πλοία, αναζητώντας την σωτηρία τους σε κάποια νησιά του Αιγαίου , στον Βόλο, στην Καβάλα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας.

Αργότερα πολλοί απ' αυτούς έσμιξαν ξανά στον Αλμυρό του Βόλου, όπου εγκαταστάθηκαν σε προσφυγικούς οικισμούς, ενώ κάποιοι άλλοι μετακινήθηκαν προς την Αριδαία και την Ξάνθη.
Αρχικά, και για ένα χρόνο περίπου, έμειναν στην περιοχή του Σιδηροδρομικού Σταθμού, ενώ στις αρχές του 1924 εγκαταστάθηκαν οριστικά πια στον νέο οικισμό της Μάνδρας.

Βρήκαν καταφύγιο προσωρινά σε έναν εγκαταλελειμμένο τουρκικό οικισμό και σε κάποια τσιφλίκια. Αρχικά δημιουργήθηκαν δυο συνοικίες, ενώ αργότερα με βάση το Πρόγραμμα της τότε Κυβέρνησης για τους πρόσφυγες, ιδρύθηκε το νέο χωριό που ονομάστηκε Μάνδρα λόγω της ιδιαίτερης μορφολογίας του εδάφους της περιοχής, η οποία είναι περιτριγυρισμένη με βουνά σαν μάνδρα.

Οι συνθήκες διαβίωσης για τους πρόσφυγες ήταν τραγικές, με πολύ κόπο και θυσίες κατάφεραν να οργανώσουν τον οικισμό και να δώσουν πνοή στον τόπο.
Ακολούθησαν δύσκολες εποχές με την Γερμανική και αργότερα την Βουλγαρική κατοχή, που οδήγησαν το χωριό στη δυστυχία.

Γρήγορα όμως και κυρίως μετά τον Εμφύλιο πόλεμο, η Μάνδρα επανέκτησε τις δυνάμεις της και ανέπτυξε γρήγορους ρυθμούς προόδου, μέχρι την σημερινή εποχή.
Χαρακτηριστικό στοιχείο της ιστορικής διαδρομής της Μάνδρας, είναι τα σπάνια κειμήλια, βιβλία, προσωπικά αντικείμενα και άλλα είδη μεγάλης αξίας, που με πίστη και λατρεία τα μετέφεραν την ημέρα του ξεριζωμού τους.

Αξίζει να σημειωθεί ότι πρωταρχικό μέλημα της Δημοτικής Αρχής των Αβδήρων είναι η κατασκευή Λαογραφικού Μουσείου στην Μάνδρα , το οποίο βρίσκεται σε πολύ καλό στάδιο και σύντομα θα γίνει πραγματικότητα , για να φιλοξενήσει τους σπάνιους θησαυρούς από την Μικρά Ασία.
{mospagebreak title=Μυρωδάτο}
ΜΥΡΩΔΑΤΟ

Οι κάτοικοι του Μυρωδάτου, είναι πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη και συγκεκριμένα από την περιοχή της Ανδριανούπολης.
Προέρχονται από τις περιοχές Τυρολόη, Μάλγαρα, Κατίχαλα και Σεϊνγκιο.
Με τον ξεριζωμό και την ανταλλαγή των πληθυσμών, οι πρόσφυγες εγκατέλειψαν τα χωριά τους και κατευθύνθηκαν προς την ενδότερη χώρα της Θράκης. Πολλοί απ' αυτούς εγκαταστάθηκαν στην νότια πλευρά της Ξάνθης και γύρω από τα Άβδηρα.

Ένα μέρος από αυτούς εγκαταστάθηκαν στο παλιό τσιφλίκι " Μεγάλο Κάλφαλαρ" , που είναι η σημερινή τοποθεσία του χωριού, ένα άλλο μέρος στο στιφλίκι "Μικρό Κάλφαλαρ" και κάποιες οικογένειες εγκαταστάθηκαν στην περιοχή "Κοσιάμπαλι". Αυτοί αποτελούσαν τους πρώτους πυρήνες του χωριού. Το 1924 εγκαταστάθηκαν άλλες τριάντα οικογένειες, οι οποίες είχαν μείνει προσωρινά στην Κομοτηνή. Η εγκατάσταση των προσφύγων συνεχίστηκε μέχρι το 1929 όπότε και ιδρύθηκε νέα συνοικία με την ονομασία "Δάφνη".

Τα παραπάνω τουρκικά τσιφλίκια απαλλοτριώθηκαν από το Ελληνικό κράτος, μέσα στα πλαίσια των μέτρων που πάρθηκαν για την αποκατάσταση των προσφύγων, και παραχωρήθηκαν σ' αυτούς για να χτίσουν σπίτια.

Αργότερα όλοι οι γύρω οικισμοί συνενώθηκαν και ιδρύθηκε το μικρό χωριό Μυρωδάτο, που πήρε το όνομα του από τα μυρωδάτα καπνά που καλλιεργούνταν.

Το 1930 έγινε οριστική διανομή των εκτάσεων γεωργικής καλλιέργειας από το κράτος και έτσι κάθε οικογένεια απέκτησε γεωργικό κλήρο.

Μέχρι τον Ιούνιο του 1948 το χωριό υπαγόταν ως συνοικισμός στην διπλανή κοινότητα των Αβδήρων. Το ίδιο έτος αποσπάστηκε από αυτήν και αποτέλεσε αυτόνομη κοινότητα.
{mospagebreak title=Ν. Κεσσάνη}
Ν.ΚΕΣΣΑΝΗ

Χαρακτηριστικό στοιχείο του οικισμού της Ν.Κεσσάνης είναι ότι κατοικείται από πρόσφυγες που προέρχονται από τρία διαφορετικά μέρη, το χωριό "Άγιος Βλάσης" της Μεσημβρίας της Ανατολικής Ρωμυλίας, το χωριό "Κατίκιοϊ" της Μακράς Γέφυρας και το χωριό "Μπασλίκι" της Κεσσάνης στην Ανατολική Θράκη. Άνθρωποι με διαφορετικές ρίζες, διαφορετικά έθιμα και νοοτροπία κυνηγημένοι από Τούρκους και Βούλγαρους κατέφυγαν στην μικρή αυτή γωνιά και παραμερίζοντας τις διαφορές τους δημιούργησαν μια νέα Κοινότητα χωρίς να ξεχάσουν ποτέ την πατρίδα τους.

Ο Άγιος Βλάσης ήταν ένα μικρό χωριό της Μεσημβρίας, στα δυτικά παράλια του Εύξεινου Πόντου, χτισμένο στην ανατολική πλευρά του Μικρού Αίμου.

Ήταν χωριό αμιγώς ελληνικό και οι κάτοικοι του ασχολούνταν με την αλιεία, την αμπελουργία, το εμπόριο της ξυλείας, την γεωργία και την κτηνοτροφία.

Το χωριό Κατικιοϊ ανήκε διοικητικά στην επαρχία της Μακράς Γέφυρας, κωμόπολη της Ανατολικής Θράκης και ήταν επίσης αμιγώς ελληνικό χωριό.

Το Μπασλίκι τέλος , ανήκε στην διοικητική περιφέρεια της Κεσσάνης, που ήταν επίσης κωμόπολη της Ανατολικής Θράκης και βρισκόταν σε υψηλή τοποθεσία πιθανώς στην "Κεσσάνη" του Σουϊδα και δίπλα στην αρχαία "Κισσήνην" του Ησυχίου Αλεξανδρέως.

Η Κεσσάνη πριν το 1920 ήταν έδρα καϊμακάμη, ονομαζόταν Ρουσκιοϊ και υπαγόταν διοικητικά στον Νομό Καλλιπόλεως, ενώ όταν πέρασε στην ελληνική κατοχή ( 1922) έγινε έδρα υποδιοικήσεως και είχε υπό την δικαιοδοσία της 55 χωριά και συνοικισμούς.

Ο χώρος που βρίσκεται σήμερα η Νέα Κεσσάνη, όπως και οι περισσότεροι προσφυγικοί οικισμοί, ήταν παλιό τούρκικο τσιφλίκι γνωστό με το όνομα "Τεπέ Τσιφλίκ".

Πρώτοι έφτασαν οι πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη, οι οποίοι έμειναν προσωρινά σε ένα μουσουλμανικό χωριό του Διδυμότειχου και το 1923 έφτασαν στην Ξάνθη.

Αρχικά ζούσαν σε αντίσκηνα, κάτω από τραγικές συνθήκες διαβίωσης. Εκείνη την περίοδο είχε επισκεφθεί την περιοχή ο Πλαστήρας, ο οποίος αντικρίζοντας την απελπιστική κατάσταση των προσφύγων φρόντισε να εγκριθεί σχετικό κονδύλιο στήριξης των προσφύγων για να χτίσουν σπίτια.

Έτσι ξεκίνησε η μόνιμη εγκατάσταση των προσφύγων στην νέα πατρίδα και στην νέα ζωή. Ο νέος οικισμός αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα, οι πρόσφυγες ασχολήθηκαν κυρίως με την γεωργία δουλεύοντας κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες.

Το 1928 έφτασαν και οι πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη (Άγιος Βλάσης) αφού είχαν μείνει για τέσσερα χρόνια στην Κομοτηνή.

Με μια μικρή οικονομική βοήθεια που τους δόθηκε έχτισαν σπίτια με πλιθιά και γρήγορα προσαρμόστηκαν στις νέες συνθήκες διαβίωσης.

Το 1931 έγινε διανομή γης και το 1934, μετά από μεγάλη προσπάθεια, είχαν την πρώτη παραγωγή. Ακολούθησαν τα δύσκολα χρόνια της Βουλγαρικής κατοχής που εξουθένωσαν τους πρόσφυγες. Γρήγορα όμως, μετά την απελευθέρωση το 1944, το χωριό βρήκε τους ρυθμούς ανάπτυξης και έτσι προχώρησε μέχρι σήμερα.
{mospagebreak title=Πόρτο Λάγος}
ΠΟΡΤΟ ΛΑΓΟΣ

Αγ.Νικόλαος
Η ιστορία του Πόρτο Λάγος βασίζεται κυρίως στην λίμνη Βιστωνίδα, η οποία εκτός από οικολογική έχει μεγάλη ιστορική και αρχαιολογική αξία.

Πιο συγκεκριμένα, κατά την μυθολογία, ήταν η χώρα του αρχαίου θρακικού λαού των Βιστόνων με βασιλιά τον μυθικό Διομήδη, ο οποίος ήταν γνωστός για τα ανθρωποφάγα άλογα του.

Ιδιαίτερα ξεχωριστή ήταν η γεωγραφική θέση της λίμνης. Ο Ηρόδοτος, ο Πλούταρχος, ο Αρριανός αναφέρονται σε έργα τους για την λίμνη, που ήταν πέρασμα και μέσο επικοινωνίας για την περιοχή. Κατά τον Στράβωνα η περιοχή της Βιστωνίδας είχε κατοικηθεί από τους Κικόνες, οι οποίοι σύμφωνα με τον Όμηρο ήταν σύμμαχοι των Τρώων.

Στους Βυζαντινούς χρόνους, η περιοχή ονομάστηκε Πόροι (Πέρασμα), είχε σχέση με το Περιθώριο και ήταν σπουδαίος ψαρότοπος και κέντρο οστρεοκαλλιέργειας.

Οι αρχαιολογικές έρευνες που έγιναν , έφεραν στο φως σπουδαία βυζαντινά ευρήματα. Πιο συγκεκριμένα αποκαλύφθηκε, στα δυτικά του λιμενίσκου, τμήμα οχυρωματικού περίβολου και τα ερείπια του επισκοπικού ναού των Πόρων (9ος- 10ος αι.). Επίσης βρέθηκαν ένας χάλκινος Σταυρός - εγκώλπιο , πόρπες, χάλκινα νομίσματα και ερείπια του τείχους.

Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας μετονομάστηκε σε Πορού και αργότερα σε Μπορού. Με το πέρασμα των χρόνων η περιοχή άλλαξε μορφή και γνώρισε την τραγική πλευρά της τουρκικής κατοχής. Κατάφερε όμως να επιβιώσει και να αναπτυχθεί πολύ γρήγορα.

Το όνομα Πόρτο Λάγος, που σημαίνει "Λιμάνι της Λίμνης", το πήρε από Ιταλούς ναυτικούς , Βενετσιάνους και Γενουάτες, που πέρασαν από την περιοχή.

Στα μέσα του 19ου αιώνα το λιμάνι του Πόρτο Λάγος γνώρισε μεγάλη άνθιση. Αυτή την περίοδο ιδρύθηκαν πρακτορεία και μεγάλες ελληνικές και ρώσικες ναυτιλιακές εταιρείες.

Σήμερα το Πόρτο Λάγος αποτελεί ένα πραγματικό στολίδι για την περιοχή με ξεχωριστή οικολογική αλλά και τουριστική σημασία.
  • Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών
  • ΤΕΧΝΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ CLLD/LEADER
  • Ιαματικά Λουτρά
  • Κοινωνικό Κέντρο - Σταύρος Χαλιορής
  • syzefxis
  • Μουσείο Γραμμοφώνων και Νομισμάτων
  • KEASELEROU

ΔΗΜΟΣ ΑΒΔΗΡΩΝ © 2018